ὁμοειδοῦς

ὁμοειδοῦς
ὁμοειδής
of the same species
masc/fem/neut gen sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αρμονικές ταλαντώσεις — Ημιτονοειδή περιοδικά μεγέθη με περίοδο ίση προς το υποπολλαπλάσιο της περιόδου ενός ομοειδούς μεγέθους το οποίο λαμβάνεται ως θεμελιώδης ταλάντωση. Τα σύνθετα περιοδικά φαινόμενα, όπως ένας μη απλός ήχος ή μια φωτεινή κύμανση μη μονοχρωματική,… …   Dictionary of Greek

  • μέτρηση και μέτρο — Στις φυσικές επιστήμες υπάρχει ένας σαφής διαχωρισμός μεταξύ των εννοιών του μέτρου και της μέτρησης ενός μεγέθους. Μέτρηση είναι μια διαδικασία ή ένα σύνολο από διαδικασίες, που επιτρέπει να προσδιορίσουμε την αριθμητική τιμή (δηλαδή το μέτρο)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”